Το κλάδεμα καρποφορίας της ελιάς, δηλαδή το κλάδεμα των παραγωγικών ελαιόδενδρων, είναι μία από τις σημαντικότερες εργασίες στην καλλιέργεια της ελιάς
προκειμένου να εξασφαλίσουμε ικανοποιητική παραγωγή κάθε χρόνο.
Βασικός στόχος του κλαδέματος είναι να ισορροπήσουμε τις δύο φυσικές λειτουργίες του δέντρου της ελιάς που ανταγωνίζεται η μια την άλλη: τη βλαστική ανάπτυξη της ελιάς από τη μία, δηλαδή την ανάπτυξη βλαστών και φυλλώματος του δέντρου,
και από την άλλη την καρποφορία, την δημιουργία ανθέων που θα δώσουν τους νέους καρπούς.
Το σωστό κλάδεμα εξαρτάται από πολλές παραμέτρους και για κάθε ελαιώνα είναι διαφορετικό, καθώς μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την ηλικία των δέντρων, την ποικιλία ελιάς που καλλιεργούμε, την πυκνότητα φύτευσης του ελαιώνα, το έδαφος και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή, όπως επίσης από την εποχή που πραγματοποιούμε το κλάδεμα. Σκοπός μας είναι να μειώσουμε την ένταση της παρενιαυτοφορίας, του φαινομένου εκείνου κατά το οποίο μια χρονιά υψηλής παραγωγής της ελιάς ακολουθείται από μια χρονιά χαμηλότερης, ακόμη και μηδενικής καρποφορίας.
Το κλάδεμα καρποφορίας της ελιάς, ελαφρύτερο ή αυστηρότερο, πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο. Κατάλληλη εποχή για να κλαδέψουμε τις ελιές είναι πάντα μετά το τέλος της συγκομιδής. Προτιμούμε να κλαδεύουμε μετά τον Ιανουάριο, όσο πλησιέστερα προς το Μάρτιο, σε περιόδους χωρίς παγετούς και βροχές, σε συνθήκες μειωμένης υγρασίας, για αποφυγή ανάπτυξης μυκητολογικών και βακτηριακών ασθενειών, όπως του κυκλοκώνιου, του γλοιοσπόριου και της καρκίνωσης της ελιάς. Μετά το κλάδεμα της ελιάς, είναι σημαντικό να ψεκάζουμε με χαλκούχο διάλυμα για απολύμανση από μυκητολογικές και βακτηριακές ασθένειες. Συμπληρωματικά, στις μεγάλες τομές κλαδέματος των ελαιόδεντρων, αλείφουμε με πάστα εμβολιασμού για να αποφύγουμε την ανάπτυξη ασθενειών.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ελιά καρποφορεί σε κλαδιά βλάστησης της προηγούμενης χρονιάς.
Μετά από μια χρονιά μεγάλης καρποφορίας της ελιάς, με το κλάδεμα των ελαιόδεντρων προσπαθούμε να εξισορρροπήσουμε τη βλαστική ανάπτυξη και να ενισχύσουμε την καρποφορία των ελαιόδεντρων.
Κλαδεύουμε λοιπόν λιγότερο έντονα, καθώς το δέντρο της ελιάς εξαντλείται από τα θρεπτικά του συστατικά.
Αυτό γίνεται για δυο λόγους: Αφενός επιθυμούμε να διατηρήσουμε μεγαλύτερη φυλλική επιφάνεια της ελιάς, που είναι το εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας και αφετέρου,
μειώνουμε τη διάθεση της ελιάς για έντονη βλαστική ανάπτυξη, ενισχύοντας τη διάθεση καρποφορίας.
Η μείωση του φυλλώματος της ελιάς μέσω του κλαδέματος φθάνει μόνο το 10% αφαιρώντας τα ξερά κλαδιά, αλληλοκαλυπτόμενους εσωτερικούς κλάδους και βλαστάρια λαίμαργα γύρω από τον κορμό της ελιάς.
Μετά από χρονιά μειωμένης καρποφορίας στις ελιές μας, κάνουμε πιο δραστικό κλάδεμα, αφαιρώντας ακόμη και 20-30% της φυλλικής επιφάνειας, προσπαθώντας να διατηρήσουμε το κυπελλοειδές σχήμα των ελαιόδεντρων και να τα κρατήσουμε σε χαμηλό ύψος. Πάντως, σε χρονιά υψηλής καρποφορίας, μέρος του κλαδέματος μπορεί να γίνει και αμέσως μετά την καρπόδεση της ελιάς αφαιρώντας κλαδιά που φέρουν μεγάλο φορτίο. Γενικότερα, προσπαθούμε να κλαδεύουμε τις ελιές με τέτοιο τρόπο ώστε να αφήνουμε χώρο από πάνω για να μπαίνει φωτισμός, για να ενισχύουμε τη φωτοσύνθεση, καθώς και τον αερισμό για να μην αναπτύσσονται εύκολα ασθένειες. Σε πυκνοφυτεμένους ελαιώνες, το αυστηρό κλάδεμα δεν αποτελεί λύση για τον φωτισμό και τον αερισμό, καθώς επιφέρει έντονη βλάστηση και μειωμένη παραγωγή. Σε αυτή την περίπτωση θα ήταν προτιμότερο η εκρίζωση μερικών ελαιόδεντρων για να επιτύχουμε σωστή αραίωση και αυξημένη παραγωγή.
Στο κλάδεμα καρποφορίας της ελιάς πρέπει πάντα να λαμβάνουμε υπόψη τις αναλύσεις θρέψης των ελαιόδεντρων, τόσο την ανάλυση εδάφους όσο και τις αναλύσεις φυλλοδιαγνωστικής, καθώς και το πρόγραμμα λίπανσης, για να αποφασίσουμε πόσο ελαφρύ ή αυστηρό θα είναι το ετήσιο κλάδεμα καρποφορίας.